Η Κρώμνη, ήταν ιστορική κωμόπολη του Πόντου, «η κιβωτός του Ελληνισμού του Πόντου», ονομαστό θέρετρο των πλουσίων της Τραπεζούντας λόγω του κλίματός της.
Οι οικισμοί της (ενορίες) δημιουργήθηκαν κατά μήκος ευρείας πεταλοειδούς κοιλάδας στο όρος Παρυάδρη, ανατολική προέκταση των Ποντιακών Άλπεων, νότια της Τραπεζούντας και βορειοανατολικά της Αργυρούπολης .
Οι κάτοικοι, την εποχή της ακμής, ασχολούνταν με την εξόρυξη μετάλλων από τα ορυχεία της περιοχής, όπως και οι περισσότεροι κάτοικοι της Χαλδίας.
Άλλη κύρια απασχόλησή τους αποτελούσε η κτηνοτροφία με την οποία απασχολούνταν κυρίως γυναίκες (παρχαρομάνες) που το καλοκαίρι μετέφεραν τα ζώα τους στα παρχάρια και τα προϊόντα της ήταν ξακουστά.
Οι άντρες μετά την παρακμή των μεταλλείων ξενιτεύονταν ή στη Ρωσία ή στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας ως έμπειροι τεχνίτες μεταλλείων. Πολλοί εγκαταστάθηκαν στην Τραπεζούντα και ασχολήθηκαν με το εμπόριο και τις υπηρεσίες. Αρκετοί βιομήχανοι, έμποροι, γιατροί, μηχανικοί, δημοσιογράφοι, εκπαιδευτικοί, φωτογράφοι, χρυσοχόοι, επιχειρηματίες της ποντιακής πρωτεύουσας κατάγονταν από την Κρώμνη.
Μαζί με αυτούς επισκέπτονταν τα καλοκαίρια την Κρώμνη και άλλοι επιφανείς Τραπεζούντιοι για παραθερισμό. Μέχρι τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο η Κρώμνη ήταν το μεγαλύτερο παραθεριστικό κέντρο της περιοχής.
Αξιοσημείωτο είναι ότι η ελληνική (ποντιακή) εξακολουθεί να μιλιέται μέχρι σήμερα, από λίγους βέβαια, γέρους της περιοχής.
Ακόμη, οι περισσότερες εκκλησίες της Κρώμνης δεν έχουν βεβηλωθεί εσκεμμένα και σκόπιμα μετά το 1923, αλλά κατέρρευσαν από έλλειψη, και μόνο, φροντίδας, ενώ προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι σ'όλη την έκτασή της υπάρχει μόνο ένα τζαμί.