Τα Σούρμενα ονομάζονται από τον Αρειανό Σουσάρμενα. Ήταν μια σειρά χωριών με 1600 οικογένειες Χριστιανών στα παράλια, ενώ στα βουνά έμεναν άγριοι Μωαμεθανοί.
Τα ελληνικά χωριά της περιοχής άρχισαν να εξισλαμίζονται από τα μέσα του 16ου αιώνα. Στην περιοχή των Σουρμένων σχεδόν όλα τα χριστιανικά χωριά βρίσκονταν γύρω από το ποτάμι Μοναχός και Μικροπόταμος (Κιουτσιούκντερε), ενώ τα τουρκικά απλώνονταν στην περιοχή του ποταμού Καράσου. Μερικά από τα χωριά αυτά παρέμειναν χριστιανικά μέχρι το 1922.
Οι Χριστιανοί των Σουρμένων είχαν σχολεία. Η κύρια ασχολία τους ήταν το εμπόριο.
Στα Σούρμενα υπήρχαν εξαιρετικά επιδέξιοι μαχαιράδες, τεχνίτες που κατασκεύαζαν μαχαίρια, τα οποία ήταν ξακουστά σ' ολόκληρη την Τουρκία. Επίσης, στην παραλία των Σουρμένων υπήρχαν ναυπηγοί που κατασκεύαζαν ξύλινες βάρκες και πλοιάρια.
Οι Έλληνες των Σουρμένων είχαν δημιουργήσει πολύ ισχυρή κοινότητα στο Βατούμ, τον Βαθύ Λιμένα των αρχαίων Ελλήνων. Μέλη της κοινότητας αυτής είχαν ιδρύσει το σύλλογο «Προμηθεύς», που είχε στόχο την ενίσχυση των δεσμών μεταξύ των Σουρμενιτών που διέμεναν στο Βατούμ και αυτών που είχαν παραμείνει στα ελληνικά χωριά των Σουρμένων.
Στα Σούρμενα λειτουργούσε ο φιλεκπαιδευτικός πολιτιστικός Σύλλογος «Ήλιος», ενώ ο Φίλων Κτενίδης εξέδιδε την εβδομαδιαία εφημερίδα Φωνή των Σουρμένων.
Από τα ελληνικά Σούρμενα παρέμεινε το τραγούδι «Χαψία» (είδος γαύρου, που είναι το... εθνικό φαγητό του Πόντου).