Η Κερασούς, κατά τον Ξενοφώντα, ήταν αποικία της Σινώπης. Κατά την αρχαιότητα ήταν μια καθαρά ελληνική πόλη, στην οποία, όπως μαρτυρούν τα αρχαία νομίσματά της, λατρεύονταν ο Δίας, ο Ποσειδώνας, ο Διόνυσος, ο Ασκληπιός, ο Ηρακλής και ο Αρκαδικός Πάνας.
Στα χρόνια των Μεγάλων Κομνηνών η Κερασούντα αποτέλεσε την τρίτη σημαντική πόλη της Αυτοκρατορίας, μετά την Τραπεζούντα και τη Σινώπη.
Τον 13ο αιώνα, Τουρκομάνοι πολιόρκησαν την Κερασούντα, χωρίς τελικά να την καταλάβουν. Το 1348 την πόλη κυρίευσαν οι Γενουάτες, οι οποίοι μετά από διαπραγματεύσεις, την παρέδωσαν στους Κομνηνούς, με αντάλλαγμα την κατοχή μιας οχυρής θέσης κοντά στην Τραπεζούντα και κάποια επιπλέον προνόμια που είχαν σχέση κυρίως με το εμπόριο.
Υπάρχουν αναφορές ότι η Κερασούντα καταλήφθηκε από τους Τούρκους επτά χρόνια μετά από την Τραπεζούντα, δηλαδή περίπου το 1468. Η παράδοση της πόλης στον κατακτητή έγινε με συγκεκριμένους όρους ένας εκ των οποίων ήταν η παραμονή των Ελλήνων στα σπίτια τους, εντός της πόλης.
Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι οι Κερασούντιοι κατοικούσαν εντός των περιτειχισμένων ορίων της πόλης, τη στιγμή που η Τραπεζούντα, αλλά και άλλες πόλεις, μόλις καταλήφθηκαν από τους Οθωμανούς εκκενώθηκαν και ο χριστιανικός πληθυσμός εγκαταστάθηκε «εκτός των τειχών», ενώ στο τειχισμένο τείχος της πόλης εγκαταστάθηκαν οι μουσουλμάνοι.
Το 1764 η Κερασούντα καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς.
Τον Μάιο του 1915 οι τουρκικές Αρχές έθεσαν σε εφαρμογή το σχέδιο του αποδεκατισμού του αρμενικού πληθυσμού, ενώ αμέσως μετά ακολούθησαν και τα δεινοπαθήματα του ελληνικού, με αποκορύφωμα το 1919, με τη σύλληψη 80 προκρίτων και εξεχόντων μελών της ελληνικής κοινότητας. Οι διώξεις, γίνονταν υπό την καθοδήγηση του Τοπάλ Οσμάν, ο οποίος στη συνείδηση των Ελλήνων προσφύγων, και κυρίως όσων κατάγονται από τη συγκεκριμένη περιοχή, έχει καταγραφεί ως αιμοσταγής διώκτης των χριστιανών, με εγκληματική παρακρατική δράση στην περίοδο μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Η Κερασούντα ήταν η μοναδική πόλη του Πόντου που είχε συνεχώς επί αιώνες και μέχρι τον Ξεριζωμό ελληνικό αστικό πληθυσμό , ο οποίος υπερτερούσε αριθμητικά του μουσουλμανικού. Οι Έλληνες κατοικούσαν στις συνοικίες ,Κόκκαρη, Σάιτα, Λιμένι,Τσιναρλάρ,Μπουγιούκ-μπαχτσέ,Τσιρώνη,Γενίγκιολ,Υψηλόν,Φανάρι.
Αρκετοί Κερασούντιοι από τα τέλη του 19ου αιώνα, είχαν εγκατασταθεί σε παράλιες πόλεις της Τσαρικής Ρωσίας. Στις αρχές του 20ού αιώνα και ιδιαίτερα μετά τους διωγμούς που άρχισαν μετά το ξέσπασμα του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, το κύμα μετανάστευσης προς τη Ρωσία μεγάλωσε και ο αριθμός των Κερασουντίων που ζούσαν εκεί ήταν αρκετές χιλιάδες.
Οι Έλληνες της Κερασούντας που ήρθαν στην Ελλάδα μετά την Ανταλλαγή προτίμησαν να εγκατασταθούν κυρίως σε πόλεις, λόγω της επί δεκαετίες αστικής παράδοσης. Έτσι οι περισσότεροι εγκαταστάθηκαν στην Καλλιθέα Αττικής, τη Θεσσαλονίκη, τη Δράμα κ.α.
Οι Κερασούντιοι της Αθήνας και κυρίως της Καλλιθέας πρωτοστάτησαν στην ίδρυση του συλλόγου «Αργοναύται-Κομνηνοί».